Τόλμη στα πολωνικά
Μετάφραση: τόλμη, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odwaga, śmiały, brawurowy, zuchwałość, śmiałość, brawura, śmiałości, boldness
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τόλμη
τόλμη και γοητεία επεισόδια, τόλμη και γοητεία, τόλμη και γοητεία ποιοι περασαν ποιοι έφυγαν και ποιοι συνεχίζουν ακόμη, τόλμη και γοητεία ετ3, τόλμη και γοητεία ηθοποιοί, τόλμη λεξικό γλώσσας πολωνικά, τόλμη στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- τωρινός στα πολωνικά - strumień, potoczny, dotychczasowy, współczesny, bieg, obiegowy, elektryczny, ...
- τόκος στα πολωνικά - interesować, zysk, naddatek, interesowność, procent, zaciekawienie, zainteresowanie, ...
- τόλμημα στα πολωνικά - zuchwały, tłusty, odważny, brawura, śmiały, wyraźny, śmiałość, ...
- τόνος στα πολωνικά - tona, przycisk, zaakcentować, brzmienie, stres, kupa, sygnał, ...
Τυχαίες λέξεις
Τόλμη στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: odwaga, śmiały, brawurowy, zuchwałość, śmiałość, brawura, śmiałości, boldness
Μεταφράσεις: odwaga, śmiały, brawurowy, zuchwałość, śmiałość, brawura, śmiałości, boldness