Διαφωτίζω στα κροατικά
Μετάφραση: διαφωτίζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osvijetliti, prosvijetiti, prosvijetliti, rasvijetliti, svijetliti, osvjetljavaju, osvjetljavanje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφωτίζω
διαφωτίζω συνώνυμα, διαφωτίζω συνώνυμο, διαφωτίζω λεξικό γλώσσας κροατικά, διαφωτίζω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- διαφωνία στα κροατικά - prepirka, parnica, izmjena, dokaz, argument, svađa, objašnjavanje, ...
- διαφωνώ στα κροατικά - diskutirati, prosuditi, razuvjeriti, ne slagati se, ne slažu, ne slažete, ne slažem, ...
- διαχείμαση στα κροατικά - zimovanje, prezimljavanje, zimovalište
- διαχειμάζω στα κροατικά - zimu, zima, zimska, ozimi, zimovati, zimi, hibernirati, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαφωτίζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: osvijetliti, prosvijetiti, prosvijetliti, rasvijetliti, svijetliti, osvjetljavaju, osvjetljavanje
Μεταφράσεις: osvijetliti, prosvijetiti, prosvijetliti, rasvijetliti, svijetliti, osvjetljavaju, osvjetljavanje