Διαφωτίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαφωτίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
освітіть, просвіщати, інформувати, просвітити, висвітлювати, освітлювати, висвітлюватимуть, висвітлюватиме, освітлюватимуть
Διαφωτίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαφωτίζω

διαφωτίζω συνώνυμα, διαφωτίζω συνώνυμο, διαφωτίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαφωτίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαφωνία στα ουκρανικά - мінятися, обмінятися, сваритися, розійтися, спори, спір, обмін, ...
  • διαφωνώ στα ουκρανικά - переконувати, аргументувати, аргументуйте, не погоджуватися, не погоджуватись
  • διαχείμαση στα ουκρανικά - бездіяльність, зимівля, зимовка
  • διαχειμάζω στα ουκρανικά - привабливо, замовити, зимувати, зимуватимуть, зимуватиме
Τυχαίες λέξεις
Διαφωτίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: освітіть, просвіщати, інформувати, просвітити, висвітлювати, освітлювати, висвітлюватимуть, висвітлюватиме, освітлюватимуть