Κοροϊδεύω στα κροατικά
Μετάφραση: κοροϊδεύω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
luda, ludovati, obmanjivanje, luđak, lud, nasamariti, dupe, lakovjeran, nasamaren čovjek, lakovjeran čovjek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοροϊδεύω
κοροϊδεύω ετυμολογια, κοροϊδεύω ποιήματα, κοροϊδεύω αγγλικά, κοροϊδεύω στα αγγλικά, κοροϊδεύω συνώνυμα, κοροϊδεύω λεξικό γλώσσας κροατικά, κοροϊδεύω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- κορνέτα στα κροατικά - kornet, Cornet, mala truba, rog, fišek
- κοροϊδία στα κροατικά - ruganje, ismijavanje, sprdnja, ruglo, humoreska, podvala, spoof, ...
- κορσάζ στα κροατικά - mider, steznik, gornji dio ženske odjeće
- κορσέ στα κροατικά - steznik, korzet, korzetu, korzeta, korset
Τυχαίες λέξεις
Κοροϊδεύω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: luda, ludovati, obmanjivanje, luđak, lud, nasamariti, dupe, lakovjeran, nasamaren čovjek, lakovjeran čovjek
Μεταφράσεις: luda, ludovati, obmanjivanje, luđak, lud, nasamariti, dupe, lakovjeran, nasamaren čovjek, lakovjeran čovjek