Κοροϊδεύω στα ρουμανικά
Μετάφραση: κοροϊδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bufon, prost, înșela, dupe, naiv, șmecheri, fraierul
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοροϊδεύω
κοροϊδεύω ετυμολογια, κοροϊδεύω ποιήματα, κοροϊδεύω αγγλικά, κοροϊδεύω στα αγγλικά, κοροϊδεύω συνώνυμα, κοροϊδεύω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κοροϊδεύω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κορνέτα στα ρουμανικά - cornet, trîmbiței, corn, trâmbiței, cornet de
- κοροϊδία στα ρουμανικά - zeflemea, parodie, spoof, parodia, lingură, copie ilegală
- κορσάζ στα ρουμανικά - buchet, corsaj, de corsaj, corsage, corsajul, corsaje
- κορσέ στα ρουμανικά - corset, corsetul, Corsete, corset din
Τυχαίες λέξεις
Κοροϊδεύω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: bufon, prost, înșela, dupe, naiv, șmecheri, fraierul
Μεταφράσεις: bufon, prost, înșela, dupe, naiv, șmecheri, fraierul