Κυρίως στα κροατικά

Μετάφραση: κυρίως, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
naročito, uglavnom, se uglavnom, većinom, prvenstveno, je uglavnom
Κυρίως στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυρίως

κυρίως ροή ποταμού, κυρίως βυζαντινή περίοδος κύπρος, κυρίως συνώνυμο, κυρίως σπήλαιο του διρού, κυρίως πιάτο για τραπέζι, κυρίως λεξικό γλώσσας κροατικά, κυρίως στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • κυρία στα κροατικά - gospođa, dama, gospođu, gospodarica, ledi, Lady, Gospa, ...
  • κυρίαρχος στα κροατικά - vladar, gospodarenje, presuda, djelotvoran, odluka, vrhovni, vladali, ...
  • κυριαρχία στα κροατικά - domena, državnost, nadmoć, područje, ekvivalencija, oblast, imanje, ...
  • κυριαρχώ στα κροατικά - dominirati, gospodariti, dominantan, pobijediti, zagospodariti, ovladati, savladati, ...
Τυχαίες λέξεις
Κυρίως στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: naročito, uglavnom, se uglavnom, većinom, prvenstveno, je uglavnom