Κυρίως στα ρουμανικά

Μετάφραση: κυρίως, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mai ales, în special, principal, în principal, special
Κυρίως στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυρίως

κυρίως ροή ποταμού, κυρίως βυζαντινή περίοδος κύπρος, κυρίως συνώνυμο, κυρίως σπήλαιο του διρού, κυρίως πιάτο για τραπέζι, κυρίως λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κυρίως στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • κυρία στα ρουμανικά - doamnă, doamna, femeie, lady, doamne
  • κυρίαρχος στα ρουμανικά - monarh, suveran, suverane, suverană, suverana, suveran de
  • κυριαρχία στα ρουμανικά - suveranitate, sferă, cartier, supremaţie, suveranitatea, suveranității, suveranitatii, ...
  • κυριαρχώ στα ρουμανικά - subjuga, învinge
Τυχαίες λέξεις
Κυρίως στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: mai ales, în special, principal, în principal, special