Μανιβέλα στα κροατικά
Μετάφραση: μανιβέλα, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ručica, poluga, osobenjak, lakat, prevrtljivac, zglob, koljenastog vratila
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανιβέλα
μανιβέλα πατρα, μανιβέλα τέντας, μανιβέλα αγγλικα, μανιβέλα λεξικό γλώσσας κροατικά, μανιβέλα στα κροατικά
Μεταφράσεις
- μανιακός στα κροατικά - luđak, lud, manijak, Maniac, divljak, manijaka
- μανιασμένος στα κροατικά - vatren, bijesan, divalj, divlje, mahnito, divlji, divljački, ...
- μανικέτι στα κροατικά - znak, aluzija, fila, mig, rep, pljuska, manžeta, ...
- μανιτάρι στα κροατικά - gljiva, pečurka, razvoj, šampinjon, gljive, od gljiva, gljivama
Τυχαίες λέξεις
Μανιβέλα στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: ručica, poluga, osobenjak, lakat, prevrtljivac, zglob, koljenastog vratila
Μεταφράσεις: ručica, poluga, osobenjak, lakat, prevrtljivac, zglob, koljenastog vratila