Μανιβέλα στα φινλανδικά

Μετάφραση: μανιβέλα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kammeta, huojuva, veivi, kampi, kammen, kampea, kampiakselin, crank
Μανιβέλα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιβέλα

μανιβέλα πατρα, μανιβέλα τέντας, μανιβέλα αγγλικα, μανιβέλα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μανιβέλα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • μανιακός στα φινλανδικά - typerä, vimmainen, älytön, hullu, mieletön, raivohullu, Maniac, ...
  • μανιασμένος στα φινλανδικά - tuima, raju, vihainen, raivoisa, ärhäkkä, raisu, raivokas, ...
  • μανικέτι στα φινλανδικά - käänne, mansetti, ranneke, mansetin, cuff, kalvosimen
  • μανιτάρι στα φινλανδικά - sieni, mushroom, herkkusieni, sienten, sienen
Τυχαίες λέξεις
Μανιβέλα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kammeta, huojuva, veivi, kampi, kammen, kampea, kampiakselin, crank