Μανιβέλα στα τούρκικα

Μετάφραση: μανιβέλα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
manivela, krank, crank, marş, kolu
Μανιβέλα στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιβέλα

μανιβέλα πατρα, μανιβέλα τέντας, μανιβέλα αγγλικα, μανιβέλα λεξικό γλώσσας τούρκικα, μανιβέλα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μανιακός στα τούρκικα - deli, manyak, Maniac, manyağı, bir manyak, çılgın
  • μανιασμένος στα τούρκικα - öfkeli, hiddetli, çılgınca, wildly, vahşice, çılgın
  • μανικέτι στα τούρκικα - kelepçe, manşet, kaf, manflet, manşon, cuff
  • μανιτάρι στα τούρκικα - mantar, mushroom, mantarı, mantarlı
Τυχαίες λέξεις
Μανιβέλα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: manivela, krank, crank, marş, kolu