Δικάζω στα λατινικά
Μετάφραση: δικάζω, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
iudex, sentio, pendo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικάζω
δικάζω αρχικοι χρονοι, δικάζω στα αγγλικά, δικάζω translated, δικάζω λεξικό γλώσσας λατινικά, δικάζω στα λατινικά
Μεταφράσεις
- δικαίωμα στα λατινικά - dexter, rectus, iustus
Τυχαίες λέξεις
Δικάζω στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: iudex, sentio, pendo
Μεταφράσεις: iudex, sentio, pendo