Ασφυκτιώ στα λετονικά
Μετάφραση: ασφυκτιώ, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
smakt, smacēt, žņaugt, nosmakt, nosmacētu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφυκτιώ
ασφυκτιώ κλιση, ασφυκτιώ συνώνυμα, ασφυκτιώ συνωνυμο, ασφυκτιώ λεξικό γλώσσας λετονικά, ασφυκτιώ στα λετονικά
Μεταφράσεις
- ασφαλίζω στα λετονικά - pievērst, piestiprināt, nostiprināt, apdrošināt, apdrošinātu, nodrošināt, apdrošināties, ...
- ασφαλώς στα λετονικά - protams, noteikti
- ασφυξία στα λετονικά - aizdusa, smacēšana, smakšanai, nosmakšana, nosmakšanas
- ασφόδελος στα λετονικά - narcise, Daffodil, gaiši dzeltena krāsa, dzeltenā narcise
Τυχαίες λέξεις
Ασφυκτιώ στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: smakt, smacēt, žņaugt, nosmakt, nosmacētu
Μεταφράσεις: smakt, smacēt, žņaugt, nosmakt, nosmacētu