Ασφυκτιώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ασφυκτιώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
задушуваат, да го задуши, се задушува, ја задушуваат
Ασφυκτιώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφυκτιώ

ασφυκτιώ κλιση, ασφυκτιώ συνώνυμα, ασφυκτιώ συνωνυμο, ασφυκτιώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ασφυκτιώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ασφαλίζω στα σλαβομακεδονικά - осигурам, осигурува, се осигура, осигура, осигуруваат
  • ασφαλώς στα σλαβομακεδονικά - секако,, сигурно, секако
  • ασφυξία στα σλαβομακεδονικά - задушување, гушење, загушување, и задушување, задушаване
  • ασφόδελος στα σλαβομακεδονικά - нарциси
Τυχαίες λέξεις
Ασφυκτιώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: задушуваат, да го задуши, се задушува, ја задушуваат