Ασφυκτιώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: ασφυκτιώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tukehtua, tukahduttaa, tukehtuvat, tukehtuu, tukehduttaa
Ασφυκτιώ στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφυκτιώ

ασφυκτιώ κλιση, ασφυκτιώ συνώνυμα, ασφυκτιώ συνωνυμο, ασφυκτιώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ασφυκτιώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ασφαλίζω στα φινλανδικά - taata, valloittamaton, turvallinen, suojata, hommata, hankkia, turvassa, ...
  • ασφαλώς στα φινλανδικά - varmasti, tietysti, toki, todellakaan, todellakin, epäilemättä, ehdottomasti
  • ασφυξία στα φινλανδικά - tukehtuminen, tukehtumisen, tukehtumisvaaran, tukehtumisvaara, tukehtumisvaaraa
  • ασφόδελος στα φινλανδικά - pääsiäislilja, keltanarsissi, narsissin, daffodil, narsissi
Τυχαίες λέξεις
Ασφυκτιώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tukehtua, tukahduttaa, tukehtuvat, tukehtuu, tukehduttaa