Αφοπλισμός στα λετονικά
Μετάφραση: αφοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atbruņošanās, atbruņošana, atbruņošanos, atbruĦošanās, atbruņošanu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφοπλισμός
αφοπλισμόσ του ελασ, αφοπλισμός του ελασ (βάρκιζα 1945), αφοπλισμός αστυνομίας, πυρηνικόσ αφοπλισμόσ, αποκλεισμός συνώνυμα, αφοπλισμός λεξικό γλώσσας λετονικά, αφοπλισμός στα λετονικά
Μεταφράσεις
- αφομοίωση στα λετονικά - asimilācija, pielīdzināšana, asimilācijas, asimilāciju, asimilē
- αφοπλισμένος στα λετονικά - atbruņoja, atbruņots, atbruņoti, deaktivēta, uzvilkta
- αφορίζω στα λετονικά - nošķirt no baznīcas
- αφορμή στα λετονικά - atvainošanās, attaisnojums, cēlonis, iemesls, izraisīt, izraisa, iemeslu
Τυχαίες λέξεις
Αφοπλισμός στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: atbruņošanās, atbruņošana, atbruņošanos, atbruĦošanās, atbruņošanu
Μεταφράσεις: atbruņošanās, atbruņošana, atbruņošanos, atbruĦošanās, atbruņošanu