Αφοπλισμός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αφοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разоружување, разоружувањето, за разоружување, разоружување на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφοπλισμός
αφοπλισμόσ του ελασ, αφοπλισμός του ελασ (βάρκιζα 1945), αφοπλισμός αστυνομίας, πυρηνικόσ αφοπλισμόσ, αποκλεισμός συνώνυμα, αφοπλισμός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αφοπλισμός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αφομοίωση στα σλαβομακεδονικά - асимилација, асимилацијата, асимилирање
- αφοπλισμένος στα σλαβομακεδονικά - разоружан, разоружале, разоружени, разоружани, разоружаа
- αφορίζω στα σλαβομακεδονικά - исфрлање
- αφορμή στα σλαβομακεδονικά - причината, причина, каузата, предизвика, кауза
Τυχαίες λέξεις
Αφοπλισμός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: разоружување, разоружувањето, за разоружување, разоружување на
Μεταφράσεις: разоружување, разоружувањето, за разоружување, разоружување на