Αφοπλισμός στα τσεχικά

Μετάφραση: αφοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odzbrojení, odzbrojování, o odzbrojení, pro odzbrojení
Αφοπλισμός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αφοπλισμός

αφοπλισμόσ του ελασ, αφοπλισμός του ελασ (βάρκιζα 1945), αφοπλισμός αστυνομίας, πυρηνικόσ αφοπλισμόσ, αποκλεισμός συνώνυμα, αφοπλισμός λεξικό γλώσσας τσεχικά, αφοπλισμός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αφομοίωση στα τσεχικά - přizpůsobení, asimilace, asimilaci, asimilační, spodoba
  • αφοπλισμένος στα τσεχικά - bezbranný, odzbrojil, odzbrojili, odzbrojila, odzbrojen, odzbrojilo
  • αφορίζω στα τσεχικά - vyobcovat, vyloučit, exkomunikovat, exkomunikoval, vyloučil, exkomunikujte
  • αφορμή στα τσεχικά - odpustit, omluva, prominout, omlouvat, zprostit, výmluva, ospravedlnit, ...
Τυχαίες λέξεις
Αφοπλισμός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: odzbrojení, odzbrojování, o odzbrojení, pro odzbrojení