Απτός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: απτός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
матэрыяльнае, матэрыяльны, матэрыяльная, матэрыяльную
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απτός
απτός ορισμός, απτός συνώνυμο, απτός σημασια, απτός λεξικο, απτός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απτός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- απρόσωπος στα λευκορωσικά - безасабовы, ніякай
- απτόητος στα λευκορωσικά - бясстрашнасць
- απωθητικός στα λευκορωσικά - непрыемны, прыкры, непрыемнае, непрыемную, непрыемная
- από στα λευκορωσικά - ад
Τυχαίες λέξεις
Απτός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: матэрыяльнае, матэрыяльны, матэрыяльная, матэрыяльную
Μεταφράσεις: матэрыяльнае, матэрыяльны, матэрыяльная, матэрыяльную