Απτός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: απτός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
опиплива, материјални, опипливи, материјалните, видливи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απτός
απτός ορισμός, απτός συνώνυμο, απτός σημασια, απτός λεξικο, απτός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, απτός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- απρόσωπος στα σλαβομακεδονικά - безлична, безличен, безличниот, безлични, безлично
- απτόητος στα σλαβομακεδονικά - безстрашен
- απωθητικός στα σλαβομακεδονικά - несимпатичен
- από στα σλαβομακεδονικά - од, на
Τυχαίες λέξεις
Απτός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: опиплива, материјални, опипливи, материјалните, видливи
Μεταφράσεις: опиплива, материјални, опипливи, материјалните, видливи