Απτός στα νορβηγικά
Μετάφραση: απτός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
håndgripelig, konkret, konkrete, håndgripelige, materielle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απτός
απτός ορισμός, απτός συνώνυμο, απτός σημασια, απτός λεξικο, απτός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, απτός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- απρόσωπος στα νορβηγικά - upersonlig, upersonlige
- απτόητος στα νορβηγικά - stø, fast, uforferdet, uanfektet, uforferdede, undaunted, ikke skremme
- απωθητικός στα νορβηγικά - motbydelig, unlovable, lite kjærlig, lite å være glad, ikke til å elske
- από στα νορβηγικά - om, enn, ettersom, etter, fra, av, i
Τυχαίες λέξεις
Απτός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: håndgripelig, konkret, konkrete, håndgripelige, materielle
Μεταφράσεις: håndgripelig, konkret, konkrete, håndgripelige, materielle