Απτός στα εσθονικά

Μετάφραση: απτός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aineline, kombitav, kombatav, materiaalne, materiaalse, käegakatsutavaid, materiaalsesse, käegakatsutav
Απτός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απτός

απτός ορισμός, απτός συνώνυμο, απτός σημασια, απτός λεξικο, απτός λεξικό γλώσσας εσθονικά, απτός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απρόσωπος στα εσθονικά - umbisikuline, isikupäratu, impersonaalne, impersonaalse, impersonaalsed
  • απτόητος στα εσθονικά - järjekindel, kohkumatu, Peloton
  • απωθητικός στα εσθονικά - unlovable
  • από στα εσθονικά - mööda, kõrvale, alates, kaudu, sest, kui, pärit, ...
Τυχαίες λέξεις
Απτός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: aineline, kombitav, kombatav, materiaalne, materiaalse, käegakatsutavaid, materiaalsesse, käegakatsutav