Δικαστικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δικαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
судовы, судовую, судовая
Δικαστικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικαστικός

δικαστικός γραφολόγος, δικαστικός αντιπρόσωπος 2014 αμοιβή, δικαστικός πραγματογνώμονας, δικαστικός αντιπρόσωπος εκλογές 2014, δικαστικός επιμελητής - προκήρυξη διαγωνισμού έτους 2014, δικαστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δικαστικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δικαστήριο στα λευκορωσικά - кароткi, пакой, двор, суд
  • δικαστής στα λευκορωσικά - суддзя, судзьдзя
  • δικηγόρος στα λευκορωσικά - адвакат, адвакатка
  • δικτάτορας στα λευκορωσικά - дыктатар, салідарнасці, Карнікі
Τυχαίες λέξεις
Δικαστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: судовы, судовую, судовая