Δικαστικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: δικαστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
harkittu, oikeudellinen, oikeuden, lainopillinen, oikeudellisen, oikeudellista, oikeusviranomaisten, oikeuslaitoksen
Δικαστικός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικαστικός

δικαστικός γραφολόγος, δικαστικός αντιπρόσωπος 2014 αμοιβή, δικαστικός πραγματογνώμονας, δικαστικός αντιπρόσωπος εκλογές 2014, δικαστικός επιμελητής - προκήρυξη διαγωνισμού έτους 2014, δικαστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, δικαστικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • δικαστήριο στα φινλανδικά - piha, kosiskella, tribunaali, oikeusistuin, hovi, tuomioistuin, lakitupa, ...
  • δικαστής στα φινλανδικά - tuomari, maistraatti, vouti, raatimies, tuomarin, tuomarina, tuomioistuin, ...
  • δικηγόρος στα φινλανδικά - lakimies, asiamies, juristi, asianajaja, asianajajan, asianajajaa
  • δικτάτορας στα φινλανδικά - despootti, diktaattori, diktaattorin, diktaattoria, diktaattoriksi
Τυχαίες λέξεις
Δικαστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: harkittu, oikeudellinen, oikeuden, lainopillinen, oikeudellisen, oikeudellista, oikeusviranomaisten, oikeuslaitoksen