Δικαστικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: δικαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
jogi, bírósági, bírói, igazságügyi, igazságszolgáltatási
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαστικός
δικαστικός γραφολόγος, δικαστικός αντιπρόσωπος 2014 αμοιβή, δικαστικός πραγματογνώμονας, δικαστικός αντιπρόσωπος εκλογές 2014, δικαστικός επιμελητής - προκήρυξη διαγωνισμού έτους 2014, δικαστικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δικαστικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δικαστήριο στα ουγγρικά - bíróság, bírósági, bíróságnak, bírósághoz, bírósága
- δικαστής στα ουγγρικά - bíró, bírónak, bírói, A bíró, bírót
- δικηγόρος στα ουγγρικά - ügyvéd, ügyvédi, ügyvédje, jogász, ügyvédet
- δικτάτορας στα ουγγρικά - diktátor, diktátort, diktátora, diktátornak
Τυχαίες λέξεις
Δικαστικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: jogi, bírósági, bírói, igazságügyi, igazságszolgáltatási
Μεταφράσεις: jogi, bírósági, bírói, igazságügyi, igazságszolgáltatási