Πόδι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πόδι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
на, не, нага, нога
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόδι
πόδι μονάδα μέτρησης, πόδι της καμήλας, πόδι του μόρτον, πόδι μέτρο, πόδι χήνας, πόδι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πόδι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πως στα λευκορωσικά - колькi, як, што
- πόα στα λευκορωσικά - трава, мох, моху
- πόδια στα λευκορωσικά - ногі, нагі
- πόζα στα λευκορωσικά - пастава, поза
Τυχαίες λέξεις
Πόδι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: на, не, нага, нога
Μεταφράσεις: на, не, нага, нога