Πόδι στα φινλανδικά

Μετάφραση: πόδι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tyvi, sääri, terä, koipi, jalkaterä, jalka, alaosa, sukanvarsi, saappaanvarsi, haara, varsi, jalan, jalkojen, leg, haaran
Πόδι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόδι

πόδι μονάδα μέτρησης, πόδι της καμήλας, πόδι του μόρτον, πόδι μέτρο, πόδι χήνας, πόδι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πόδι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • πως στα φινλανδικά - kuinka, miten, millä, että, joka, jotka
  • πόα στα φινλανδικά - rehu, ruoho, ruohikko, kannella, marijuana, heinä, heinäkasvi, ...
  • πόδια στα φινλανδικά - jalat, jalkojen, jaloissa, jalkoja, legs
  • πόζα στα φινλανδικά - panna, sijoittaa, laittaa, näytellä, teeskennellä, pistää, matkia, ...
Τυχαίες λέξεις
Πόδι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tyvi, sääri, terä, koipi, jalkaterä, jalka, alaosa, sukanvarsi, saappaanvarsi, haara, varsi, jalan, jalkojen, leg, haaran