Αναστάτωση στα λιθουανικά

Μετάφραση: αναστάτωση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žlugimas, sutrikimas, sutrikdymas, sutrikimų, veiklą sutrikdžius
Αναστάτωση στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναστάτωση

αναστάτωση συνώνυμα, αναστάτωση μεταφραση, αναστάτωση στο άγιο όρος συνεχίζει να κουνιέται το καντήλι, αναστάτωση επικρατεί αυτή την ώρα στην αγία σοφίας, αναστάτωση από ιστοσελίδα που κλέβει καυτές φωτογραφίες, αναστάτωση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αναστάτωση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανασκοπώ στα λιθουανικά - pereiti, eiti per, pereiti per, einate per, nueiti
  • ανασκόπηση στα λιθουανικά - apžvalga, peržiūra, peržiūros, apžvalgos, peržiūrą
  • αναστέλλω στα λιθουανικά - slopinti, slopina, trukdyti, inhibuoti, neleisti
  • αναστατώνω στα λιθουανικά - konfūzyti, Wzburzenie, Uztraukt, Wzburzyć, Piedzirdīt
Τυχαίες λέξεις
Αναστάτωση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: žlugimas, sutrikimas, sutrikdymas, sutrikimų, veiklą sutrikdžius