Ασχολία στα λιθουανικά

Μετάφραση: ασχολία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
hobis, pomėgis, medžioklė, okupacija, užsiėmimas, Pareigos, Profesija, okupacijos
Ασχολία στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασχολία

ασχολία συνώνυμο, ασχολία ετυμολογία, ασχολία συνώνυμα, ασχολία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασχολία στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ασφυξία στα λιθουανικά - uždusimas, uždusimo, pavojus užtrokšti, pavojus užtrokšti arba, sukelti uždusimo
  • ασφόδελος στα λιθουανικά - narcizas, daffodil, gelsvasis narcizas, Bladożółty, gelsva spalva
  • ασωτία στα λιθουανικά - orgija, išlaidumas, dosnumas, Rozrzutność, gausumas, Utracjuszostwo
  • ασύγχρονος στα λιθουανικά - asinchroninis, asinchroninio, asinchroninės, asinchroninių, asinchroninį
Τυχαίες λέξεις
Ασχολία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: hobis, pomėgis, medžioklė, okupacija, užsiėmimas, Pareigos, Profesija, okupacijos