Ασχολία στα ουγγρικά
Μετάφραση: ασχολία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megszállás, foglalkozás, szakma, foglalkozása, Foglaltság
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασχολία
ασχολία συνώνυμο, ασχολία ετυμολογία, ασχολία συνώνυμα, ασχολία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ασχολία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ασφυξία στα ουγγρικά - fojtás, megfulladás, elrekedés, megrekedés, fuldoklás, elfulladás, fulladás, ...
- ασφόδελος στα ουγγρικά - nárcisz, daffodil, a nárcisz, nárciszt
- ασωτία στα ουγγρικά - katonaszöktetés, erkölcsrontás, fecsérlés, tékozlás, bőkezűség, pazarlás
- ασύγχρονος στα ουγγρικά - aszinkron, az aszinkron, aszinkrón, aszinkronmotorokhoz
Τυχαίες λέξεις
Ασχολία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megszállás, foglalkozás, szakma, foglalkozása, Foglaltság
Μεταφράσεις: megszállás, foglalkozás, szakma, foglalkozása, Foglaltság