Ασχολία στα νορβηγικά
Μετάφραση: ασχολία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forfølgelse, okkupasjon, yrke, okkupasjonen, Arbeidsledig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασχολία
ασχολία συνώνυμο, ασχολία ετυμολογία, ασχολία συνώνυμα, ασχολία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ασχολία στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ασφυξία στα νορβηγικά - kvelning, kvelnings, suffocation, til kvelning, kveles
- ασφόδελος στα νορβηγικά - påskelilje, Daffodil, Påskegul, Påskeliljen, liljen
- ασωτία στα νορβηγικά - orgie, prodigality
- ασύγχρονος στα νορβηγικά - asynkron, asynkrone, asynkront, induksjon, asynkroniske
Τυχαίες λέξεις
Ασχολία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: forfølgelse, okkupasjon, yrke, okkupasjonen, Arbeidsledig
Μεταφράσεις: forfølgelse, okkupasjon, yrke, okkupasjonen, Arbeidsledig