Ασχολία στα τούρκικα

Μετάφραση: ασχολία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
takip, işgal, meslek, işgali, iş, mesleği
Ασχολία στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασχολία

ασχολία συνώνυμο, ασχολία ετυμολογία, ασχολία συνώνυμα, ασχολία λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασχολία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ασφυξία στα τούρκικα - boğulma, boğma, suffocation, bir boğma, boğulmaya
  • ασφόδελος στα τούρκικα - nergis, Daffodil, zerrin, nergisi
  • ασωτία στα τούρκικα - sefahat, savurganlık, israf, prodigality, harcamak savurganlıktır, bolluk
  • ασύγχρονος στα τούρκικα - eşzamanlı olmayan, asenkron, zaman uyumsuz, uyumsuz, eşzamansız
Τυχαίες λέξεις
Ασχολία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: takip, işgal, meslek, işgali, iş, mesleği