Ασχολία στα σουηδικά

Μετάφραση: ασχολία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jakt, ockupation, ockupationen, yrke, sysselsättning, livet
Ασχολία στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασχολία

ασχολία συνώνυμο, ασχολία ετυμολογία, ασχολία συνώνυμα, ασχολία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασχολία στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ασφυξία στα σουηδικά - kvävning, kvävnings, kvävningsrisk, kvävning på, kvävas
  • ασφόδελος στα σουηδικά - påsklilja, Daffodil, påskliljan, lilja
  • ασωτία στα σουηδικά - slöseri, slösaktighet
  • ασύγχρονος στα σουηδικά - asynkron, asynkrona, asynkront, icke synkrona, synkrona
Τυχαίες λέξεις
Ασχολία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: jakt, ockupation, ockupationen, yrke, sysselsättning, livet