Κολλητός στα λιθουανικά

Μετάφραση: κολλητός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bičiulis, tvankus, atidus, užversti, miestietis, Dude, biče
Κολλητός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολλητός

κολλητός βικιλεξικο, κολλητός συνώνυμα, κολλητός φίλος, κολλητός των αδελφών κασιδιάρη ο υιός μπαλτάκου, κολλητός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κολλητός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κολλαρίζω στα λιθουανικά - krakmolas, kollarizo
  • κολλητικός στα λιθουανικά - lipnus, užkrečiamas, infekcinės, infekcinė, užkrečiama, infekcine
  • κολλιτσίδα στα λιθουανικά - Varnalėša, varnalėšų, varnalėšos, Dadzis
  • κολλώ στα λιθουανικά - klijai, klijuoti, lazda, Stick, lazdas, laikytis
Τυχαίες λέξεις
Κολλητός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: bičiulis, tvankus, atidus, užversti, miestietis, Dude, biče