Κολλητός στα ουγγρικά

Μετάφραση: κολλητός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sikátor, titkolózó, tilos, bekerített, titoktartó, haver, srác, dude, fickó, csávó
Κολλητός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολλητός

κολλητός βικιλεξικο, κολλητός συνώνυμα, κολλητός φίλος, κολλητός των αδελφών κασιδιάρη ο υιός μπαλτάκου, κολλητός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κολλητός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κολλαρίζω στα ουγγρικά - feszesség, kollarizo
  • κολλητικός στα ουγγρικά - cikis, kockázatos, ragályos, kínos, meredek, fertőző, a fertőző, ...
  • κολλιτσίδα στα ουγγρικά - bojtorján, a bojtorján, Bogáncsolaj, burdock
  • κολλώ στα ουγγρικά - enyv, ragasztó, forrasztóanyag, forrasztófém, forrasz, forrasztódrót, bot, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολλητός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: sikátor, titkolózó, tilos, bekerített, titoktartó, haver, srác, dude, fickó, csávó