Κολλητός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κολλητός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Еј, пријателе, dude
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλητός
κολλητός βικιλεξικο, κολλητός συνώνυμα, κολλητός φίλος, κολλητός των αδελφών κασιδιάρη ο υιός μπαλτάκου, κολλητός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κολλητός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κολλαρίζω στα σλαβομακεδονικά - kollarizo
- κολλητικός στα σλαβομακεδονικά - заразни, инфективна, инфективните, заразните, инфективни
- κολλιτσίδα στα σλαβομακεδονικά - burdock
- κολλώ στα σλαβομακεδονικά - стап, стик, стапче, стапот, Stick
Τυχαίες λέξεις
Κολλητός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Еј, пријателе, dude
Μεταφράσεις: Еј, пријателе, dude