Κολλητός στα ρουμανικά
Μετάφραση: κολλητός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
final, prieten, filfizon, Omule, Dude, Tipule, tip
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλητός
κολλητός βικιλεξικο, κολλητός συνώνυμα, κολλητός φίλος, κολλητός των αδελφών κασιδιάρη ο υιός μπαλτάκου, κολλητός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κολλητός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κολλαρίζω στα ρουμανικά - amidon, kollarizo
- κολλητικός στα ρουμανικά - molipsitor, cleios, infecțios, infecțioase, infecțioasă, infectioase, infectioasa
- κολλιτσίδα στα ρουμανικά - brusture, de brusture, brusturele, burdock
- κολλώ στα ρουμανικά - clei, suda, băț, stick de, bastonul, baston
Τυχαίες λέξεις
Κολλητός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: final, prieten, filfizon, Omule, Dude, Tipule, tip
Μεταφράσεις: final, prieten, filfizon, Omule, Dude, Tipule, tip