Σωματικά στα λιθουανικά

Μετάφραση: σωματικά, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kūno, kūniška, kūniškas
Σωματικά στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματικά

σωματικά υγρά, σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα των μουσικών, σωματικά κύτταρα στο γάλα, σωματικά συμπτώματα άγχους, σωματικά συμπτώματα, σωματικά λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σωματικά στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σωματείο στα λιθουανικά - klubas, korporacija, pelno, Corporation, korporacijos
  • σωματειακός στα λιθουανικά - santuoka, vedybinis, sąjunga, somateiakos
  • σωματικός στα λιθουανικά - fizinis, fizinė, fizinės, fizinio, fizinį
  • σωματοφύλακας στα λιθουανικά - asmens sargybinis, sargybinis, sargybiniu, bodyguard, asmens sargybiniu
Τυχαίες λέξεις
Σωματικά στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kūno, kūniška, kūniškas