Σωματικά στα τσεχικά

Μετάφραση: σωματικά, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
fyzický, tělesný, tělesné, tělesná, ublížení, ublížení na
Σωματικά στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματικά

σωματικά υγρά, σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα των μουσικών, σωματικά κύτταρα στο γάλα, σωματικά συμπτώματα άγχους, σωματικά συμπτώματα, σωματικά λεξικό γλώσσας τσεχικά, σωματικά στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • σωματείο στα τσεχικά - cech, bratrstvo, společnost, korporace, korporační, právnických, corporation
  • σωματειακός στα τσεχικά - svaz, spojování, spojení, odbory, federace, sdružení, sjednocení, ...
  • σωματικός στα τσεχικά - fyzický, hmotný, fyzikální, tělesný, fyzické, fyzická, fyzickou
  • σωματοφύλακας στα τσεχικά - stráž, osobní strážce, bodyguard, tělesná stráž, strážce, tělesný strážce
Τυχαίες λέξεις
Σωματικά στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: fyzický, tělesný, tělesné, tělesná, ublížení, ublížení na