Βόσκω στα νορβηγικά
Μετάφραση: βόσκω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gjete, beite, Browsing, surfing, Blar, surfer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βόσκω
βόσκω αγγλικά, βόσκω συνώνυμα, δεν ξαναβόσκω, βόσκω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, βόσκω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- βόρβορος στα νορβηγικά - dynn, sørpe, mudder, sump, gjødsel, søle, møkk, ...
- βόρειος στα νορβηγικά - nordlig, nord, North, i North
- βότανο στα νορβηγικά - urt, urten, urte, urter, herb
- βότσαλο στα νορβηγικά - småstein, pebble, rullestein, stein
Τυχαίες λέξεις
Βόσκω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: gjete, beite, Browsing, surfing, Blar, surfer
Μεταφράσεις: gjete, beite, Browsing, surfing, Blar, surfer