Βόσκω στα ουκρανικά

Μετάφραση: βόσκω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
паростки, зідрати, подряпина, пасти, Перегляд, Проглянути, Подивитись, перегляду, Переглянути
Βόσκω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βόσκω

βόσκω αγγλικά, βόσκω συνώνυμα, δεν ξαναβόσκω, βόσκω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βόσκω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βόρβορος στα ουκρανικά - мул, сало, осад, відстій, слизи, осадок, міражі, ...
  • βόρειος στα ουκρανικά - північний, Північна, Северная
  • βότανο στα ουκρανικά - трава
  • βότσαλο στα ουκρανικά - крити, дранка, вивіска, ґонт, галька
Τυχαίες λέξεις
Βόσκω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: паростки, зідрати, подряпина, пасти, Перегляд, Проглянути, Подивитись, перегляду, Переглянути