Βόσκω στα σουηδικά

Μετάφραση: βόσκω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
beta, surfning, Browsing, Bläddring, Browsar, du surfar
Βόσκω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βόσκω

βόσκω αγγλικά, βόσκω συνώνυμα, δεν ξαναβόσκω, βόσκω λεξικό γλώσσας σουηδικά, βόσκω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • βόρβορος στα σουηδικά - dynga, moras, gödsel, träsk, slam, dy, muck, ...
  • βόρειος στα σουηδικά - nordlig, norr, North, nord, norra, norrut
  • βότανο στα σουηδικά - ört, örten, herb, ort, örter
  • βότσαλο στα σουηδικά - småsten, sten, pebble, kiselsten
Τυχαίες λέξεις
Βόσκω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: beta, surfning, Browsing, Bläddring, Browsar, du surfar