Διστακτικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: διστακτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ubesluttsom, motvillig, nølende, hesitant, nølende til, avventende
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διστακτικός
διστακτικός συνώνυμο, διστακτικός στα αγγλικα, διστακτικός συνώνυμα, διστακτικός ήρωας, διστακτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διστακτικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δισκοβολία στα νορβηγικά - diskoskast
- δισταγμός στα νορβηγικά - nøling, nøle, å nøle, nøle med, nøle med å
- διστακτικότητα στα νορβηγικά - nøling, nøle, å nøle, nøle med, nøle med å
- διυλιστήριο στα νορβηγικά - raffineriet, raffineri
Τυχαίες λέξεις
Διστακτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: ubesluttsom, motvillig, nølende, hesitant, nølende til, avventende
Μεταφράσεις: ubesluttsom, motvillig, nølende, hesitant, nølende til, avventende