Διστακτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: διστακτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kararsız, utangaç, çekingen, tereddüt, tereddütlü, çekimser
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διστακτικός
διστακτικός συνώνυμο, διστακτικός στα αγγλικα, διστακτικός συνώνυμα, διστακτικός ήρωας, διστακτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, διστακτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δισκοβολία στα τούρκικα - disk atma
- δισταγμός στα τούρκικα - şüphe, duraksama, tereddüt, Harika bir gol, gol, tereddütü
- διστακτικότητα στα τούρκικα - duraksama, tereddüt, Harika bir gol, gol, tereddütü
- διυλιστήριο στα τούρκικα - rafineri, rafinerisi, arıtma, rafinaj, rafine
Τυχαίες λέξεις
Διστακτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kararsız, utangaç, çekingen, tereddüt, tereddütlü, çekimser
Μεταφράσεις: kararsız, utangaç, çekingen, tereddüt, tereddütlü, çekimser