Εντοιχισμένος στα νορβηγικά

Μετάφραση: εντοιχισμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
innfelt, innfelte, den innfelte, for innbygning, innbygging
Εντοιχισμένος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντοιχισμένος

φούρνος μικροκυμάτων εντοιχιζόμενος, εντοιχισμένος φούρνος, εντοιχισμένος αγγλικα, εντοιχισμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εντοιχισμένος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • εντείνω στα νορβηγικά - forhøye, heve, intensivere, forsterke, styrke, intensiveres, forsterker
  • εντελώς στα νορβηγικά - hel, helt, fullstendig, aldeles, ganske, total, fullt
  • εντολή στα νορβηγικά - befale, befaling, ordre, by, kommandere, ordne, mandat, ...
  • εντολοδόχος στα νορβηγικά - representative, representant, representativ, representativt
Τυχαίες λέξεις
Εντοιχισμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: innfelt, innfelte, den innfelte, for innbygning, innbygging