Εντοιχισμένος στα σουηδικά
Μετάφραση: εντοιχισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
infälld, infällda, Inbyggnads, för inbyggnad, infällt montage
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντοιχισμένος
φούρνος μικροκυμάτων εντοιχιζόμενος, εντοιχισμένος φούρνος, εντοιχισμένος αγγλικα, εντοιχισμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, εντοιχισμένος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εντείνω στα σουηδικά - öka, intensifiera, intensifieras, förstärka, stärka
- εντελώς στα σουηδικά - helt, allena, alldeles, fullständigt, helt och hållet, total, fullt
- εντολή στα σουηδικά - regel, befäl, kommendera, bud, mandat, stadga, kommando, ...
- εντολοδόχος στα σουηδικά - representativ, representativt, representativa, representant, företrädare
Τυχαίες λέξεις
Εντοιχισμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: infälld, infällda, Inbyggnads, för inbyggnad, infällt montage
Μεταφράσεις: infälld, infällda, Inbyggnads, för inbyggnad, infällt montage