Ανήμπορος στα ουγγρικά

Μετάφραση: ανήμπορος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyámoltalan, haszontalan, tehetetlen, tehetetlenül, tehetetlennek
Ανήμπορος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανήμπορος

ανήμπορος - καζαντζίδης στελιος lyrics, ανήμπορος - καζαντζίδης στελιος, ανήμπορος συνωνυμα, ο ανήμπορος, ανήμπορος στιχοι, ανήμπορος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ανήμπορος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ανήθικος στα ουγγρικά - erkölcstelen, erkölcstelennek, az erkölcstelen, immorális
  • ανήκω στα ουγγρικά - tartoznak, tartozik, tartozó, tartozhat
  • ανήσυχα στα ουγγρικά - szorongva, nyugtalanul, feszengve, zavartan, kelletlenül
  • ανήσυχος στα ουγγρικά - felfogó, aggódó, aggódik, aggódott, aggódnak
Τυχαίες λέξεις
Ανήμπορος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gyámoltalan, haszontalan, tehetetlen, tehetetlenül, tehetetlennek