Δεσμοφύλακας στα ουγγρικά
Μετάφραση: δεσμοφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
börtönőr, börtönõr, porkoláb, őr, börtönőrnek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσμοφύλακας
δεσμοφύλακας ο πόνος, δεσμοφύλακας λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δεσμοφύλακας στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δεσμευτικός στα ουγγρικά - kötelező, kötő, kötelező érvényű, kötelező erejű, kötési
- δεσμεύω στα ουγγρικά - béklyó, béklyója, forma béklyója, kerékkötôje
- δεσμός στα ουγγρικά - kötvény, kötés, kötést, kötvények, kötelék
- δεσποινίς στα ουγγρικά - kisasszony, elvétés, elhibázás, madmazel, Mademoiselle, kisasszonyt
Τυχαίες λέξεις
Δεσμοφύλακας στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: börtönőr, börtönõr, porkoláb, őr, börtönőrnek
Μεταφράσεις: börtönőr, börtönõr, porkoláb, őr, börtönőrnek