Επίδραση στα ουγγρικά

Μετάφραση: επίδραση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
behatás, becsapódás, hatás, hatása, hatást, hatását, hatással
Επίδραση στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίδραση

επίδραση συνώνυμα, επίδραση του ph στην ενεργότητα των πρωτεϊνών, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη της ελλάδας ή της κύπρου, επίδραση της πίεσης στο βρασμό, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη, επίδραση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επίδραση στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • επίδεσμος στα ουγγρικά - kötszer, kötést, kötés, kötszerrel, kötések
  • επίδομα στα ουγγρικά - levonás, adományozás, ráhagyás, árengedmény, pénzadomány, pénzjutalom, engedmény, ...
  • επίθεση στα ουγγρικά - roham, ostromlás, offenzíva, támadás, támadást, támadó, támadási, ...
  • επίθετο στα ουγγρικά - melléknév, Adjective, jelző, jelzőt, melléknevet
Τυχαίες λέξεις
Επίδραση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: behatás, becsapódás, hatás, hatása, hatást, hatását, hatással