Επίδραση στα σουηδικά

Μετάφραση: επίδραση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inflytande, effekt, verkan, effekten, inverkan
Επίδραση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίδραση

επίδραση συνώνυμα, επίδραση του ph στην ενεργότητα των πρωτεϊνών, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη της ελλάδας ή της κύπρου, επίδραση της πίεσης στο βρασμό, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη, επίδραση λεξικό γλώσσας σουηδικά, επίδραση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • επίδεσμος στα σουηδικά - linda, bindel, förbinda, binda, bandage, bandaget, förband, ...
  • επίδομα στα σουηδικά - förmån, gagn, ersättning, bidrag, tillägg
  • επίθεση στα σουηδικά - anfall, angripa, anfalla, angrepp, överfalla, attack, attacken, ...
  • επίθετο στα σουηδικά - efternamn, adjektiv, adjektivet, adjective, adjektiv som
Τυχαίες λέξεις
Επίδραση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inflytande, effekt, verkan, effekten, inverkan