Επίδραση στα σλοβενικά
Μετάφραση: επίδραση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
účinek, vliv, učinek, vpliv, učinka, ucinek, ućinek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίδραση
επίδραση συνώνυμα, επίδραση του ph στην ενεργότητα των πρωτεϊνών, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη της ελλάδας ή της κύπρου, επίδραση της πίεσης στο βρασμό, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη, επίδραση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επίδραση στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επίδεσμος στα σλοβενικά - povoj, preveza, obveza, bandage, bandaža
- επίδομα στα σλοβενικά - žepnina, užitek, dodatek, dodatek za, Nadomestilo, Nadomestilo za, pravicami
- επίθεση στα σλοβενικά - napadat, napadení, utok, ofenzíva, napad, ofenzivní, ofenziva, ...
- επίθετο στα σλοβενικά - pridevnik
Τυχαίες λέξεις
Επίδραση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: účinek, vliv, učinek, vpliv, učinka, ucinek, ućinek
Μεταφράσεις: účinek, vliv, učinek, vpliv, učinka, ucinek, ućinek